Ο Μάιος σε 3 ποιήματα
Β’ Προβολής
Βροχή στα βόρειά μου του Μαϊου.
Ένα δάσος εκφωνεί τον πανηγυρικό
κίνδυνο της πυκνότητας. Παπαρούνες
ντυμένες το παραδοσιακό τους
δηλητήριο χορεύουν τοπικό κατακόκκινο.
Συγκινημένο το άγαλμα της απορίας μου:
τι θα πει Μάιος σιγά σιγά
με την πάροδο των λέξεων;
Βροχή στα βόρειά μου του Μαϊου.
Τα φύλλα των δέντρων
κανιβαλικά χοροπηδούν πάνω στον ήχο.
Ανακινείται δυνατά το σφραγισμένο χώμα
πετάγεται με πάταγο ο φελλός του στεγνού
πίδακες νωπότητας καταβρέχουν
την ντροπαλή αρχή των αρωμάτων.
Χλόη δοκιμάζει τα φτερά της
στους χαμηλούς του χαρακτήρα της ανέμους.
Παίζουν κρυφτό τα βόρειά μου
με τα μικρότερά τους χαμομήλια
και η ψυχή κυνηγητό με λάθη
πάντα μεγαλύτερά της- η αιωνία
άνοιξη του αταίριαστου.
Βροχή στα βόρειά μου του Μαΐου.
Και τι θα πει Μάιος σιγά σιγά
Με την πάροδο των λέξεων
και ποιος με έφερε εδώ σ’ αυτήν
την τόσο απομακρυσμένη ερώτηση
απ’ το σώμα μου και τώρα πώς
– θέλω τη μάνα μου θέλω τη μάνα μου
να με κουμπώσει στην αρχή μου.
Βροχή στα βόρειά μου του Μαΐου.
Και τι θα πει Μάιος σιγά σιγά
Με την πάροδο των λέξεων
και ποιος με έφερε εδώ σ’ αυτήν
την τόσο απομακρυσμένη ερώτηση
απ’ το σώμα μου και τώρα πώς
– θέλω τη μάνα μου θέλω τη μάνα μου
να με κουμπώσει στην αρχή μου.
Κική Δημουλά
από την ποιητική συλλογή “Χαίρε Ποτέ“, 1988.
Παρασκευή, 1Μ
Η Πρωτομαγιά
Πιάνω την άνοιξη με προσοχή και την ανοίγω:
Με χτυπάει μια ζέστη αραχνοΰφαντη
ένα μπλε που μυρίζει ανάσα πεταλούδας
οι αστερισμοί της μαργαρίτας όλοι αλλά
και μαζί πολλά σερνόμενα ή πετούμενα
ζουζούνια, φίδια, σαύρες, κάμπιες και άλλα
τέρατα παρδαλά με κεραίες συρμάτινες
λέπια χρυσά λαμέ και πούλιες κόκκινες
Θα ‘λεγες, έτοιμα όλα τους να παν
στο χορό των μεταμφιεσμένων του Άδη.
Οδυσσέας Ελύτης
από την ποιητική συλλογή “Ημερολόγιο ενός αθέατου Απρίλη“, 1984.
Μάης και «Η δριμύτης της ανοίξεως είναι φιλί πούχω στο στόμα»
Στο έμπα του Μάη που καταφθάνει δριμύς και εν πλήρει εξαρτύσει, αφήνοντας πίσω υπαινιγμούς έαρος και υπεκφυγές ψιχάλας…..
«Χαροκόπος λεβέντης που αλύπητα ξοδεύει το βιος του φρόνιμου Απρίλη», «λάγνος βασιλιάς» που «φερσίματα καλοκαιριού σφετερίζεται και, μ’ όνειρα παράλογα,πυρετούς και δίψα, σου καταρρακώνει τις αισθήσεις»
Ο Μάης που με την πάροδο των λέξεων, καίγεται σε αγρούς αιμάσσοντες ενώ «οι παπαρούνες χορεύουν τοπικό κατακόκκινο»
Κι όλη αυτή η πληθώρα ζωής στο κορύφωμα του έαρος – έτσι συμβαίνει πάντα – πέπρωται οσονούπω «να παραδώσει το σκήπτρον εις το δρεπανοφόρον θέρος»
Ανδρέας Εμπειρίκος
από την ποιητική συλλογή “Ο πλόκαμος της Αλταμίρας“, 1936-1937.