Havana oh-na-na*- Ταξίδι στην Κούβα του 2002
Πρώτη του Απρίλη σήμερα, σήμερα που δημοσιεύεται το κείμενο, ενώ αυτές οι γραμμές έχουν γραφτεί λίγες μέρες πριν. Άλλος ένας Covid- Απρίλης – σαν ψέμα ακούγεται, για να χρησιμοποιήσουμε την σημειολογία της ημέρας. Ο Απρίλης, γενέθλιος μήνας για μένα, ήταν πάντα αφορμή για το πρώτο ταξίδι της χρονιάς. Αφορμή ήταν τα γενέθλια τα δικά μου και της κόρης μου, η ουσία ήταν και είναι η χαρά του να ταξιδεύεις, να ανακαλύπτεις, να γεύεσαι, να παιδεύεσαι και να εκπαιδεύεσαι. Το περσινό μας ταξίδι το ακυρώσαμε. Φέτος δεν προγραμματίσαμε τίποτα. Ούτε καν στο εσωτερικό. Αν βγει, βγήκε. Αν δε βγει, δε θα το γιορτάσω ξανά με… zoom party όπως πέρυσι, παρ’ όλο που έσκασα χαμογελάκι όταν εμφανιστήκανε surprise αγαπημένα πρόσωπα στην οθόνη και μου τραγουδήσανε όλοι μαζί, ενώ με περίμενε ωραιότατο μιλφέιγ από την Δέσποινα με κεράκι που μου είχε στείλει η ίδια παρέα σε συνεννόηση με την κόρη μου – ευγνώμων, θα το θυμάμαι φορέβα αλήθεια. Αλλά φέτος ας είναι μοναχικά, αρκεί να μην είναι video-digital-τέτοιο. Δεν είναι όμως αυτός ο σκοπός αυτού του κειμένου. Πάμε ξανά.
Αφορμή για το κειμενάκι – κειμενάκι γιατί δε θα μακρηγορήσω – ήταν το ότι ψάχνοντας να βρω κάτι στη ντουλάπα με τα αρχεία μου, έπεσε στα χέρια μου ένα άλμπουμ με φωτογραφίες – ναι, άλμπουμ αλά παλαιά με φωτογραφίες σε χαρτί – που είχα βγάλει στο ένα και μοναδικό ταξίδι που έχω κάνει στην Κούβα. Ήταν Μάιος του 2002 – ναι, τότε που έμοιαζαν όλα μπροστά μας φωτεινά, που κάναμε σχέδια αβέρτα, που ονειρευόμασταν ότι θα κάναμε ταξίδια μακρινά κι ότι ο κόσμος γύρω μας θα ήταν κόσμος ανοιχτός, γεμάτος ευκαιρίες να γίνουν τα όνειρά μας πραγματικότητα. Ναι, ήμασταν ανυποψίαστοι και ονειροπόλοι – το δεύτερο χαρακτηριστικό ακόμα καλά κρατεί, ευτυχώς δηλαδή! Άρχισα να ξεφυλλίζω το άλμπουμ και να θυμάμαι.
Πάνε 19 χρόνια σχεδόν, δεν το λες και λίγο. Άρα ο απολογισμός του ταξιδιού θα έχει “σκουριά” στην αποτύπωση, θα έχει την επίγευση γιατί η γεύση έχει κομματάκι ξεχαστεί, θα έχει σίγουρα μουσικές στο δρόμο ή σε μικρές σκηνές, θα έχει μοχίτο χωρίς πάγο – γιατί δεν εμπιστεύεσαι το νερό εκεί, θα έχει πρωινά σε πεντάστερα ξενοδοχεία αλλά βόλτες μετά σε γειτονιές με σπίτια χωρίς παράθυρα, θα έχει γιαγιάδες να στρίβουν πουράκλες – με το συμπάθιο – και μετά να τις καπνίζουν παρέα στους δρόμους έξω από τα σπίτια τους, θα έχει μια αποπνικτική υγρασία το μεσημέρι που θα φέρνει ξαφνικές βροχές που θα τις διαδέχεται ήλιος με τρελή ζέστη – περπατάς και κολλάς!, θα έχει coco- taxis και αυτοκίνητα της δεκαετίας του 50, θα έχει ξεθωριασμένα συνθήματα υπέρ της επανάστασης, θα νιώθεις τον Τσε παντού και τον Κάστρο να τον ακολουθεί – θα ερωτεύεσαι τον πρώτο και θα αντιπαθείς τον δεύτερο, θα έχει ζευγάρια να αγκαλιάζονται και να χορεύουν στην προβλήτα το βράδυ, θα έχει γεύματα στα αυτοσχέδια παλαδάρ με ρίσκο αλλά και γεύμα σε high παλαδάρ** όπου θα νιώθεις ότι παίζεις στην ταινία “Φράουλες και σοκολάτα”, θα έχει βόλτες ανάμεσα σε δέντρα και φυλλώματα που δεν έχεις ξανα-ματαδεί, θα έχει παιδιά να σχολάνε φορώντας στολές και να χαμογελάνε και να φωτογραφίζονται μαζί σου, θα έχει βιτρίνες καταστημάτων που πουλάνε από υγρό για να γεμίσεις τον αναπτήρα σου μέχρι σερβίτσια και γιλέκα, θα έχεις λούστρους που θα προσφέρονται να σου γυαλίσουν τα παπούτσια και φωτογράφους που θα θέλουν να σου βγάλουν τη φωτογραφία σου μπροστά στο μαραζωμένο α λα αμερικέν Καπιτώλιό του που έχει φτιαχτεί στα πρότυπα του αμερικάνικου Καπιτωλίου, θα έχει σκουριασμένα πλοία στο λιμάνι και φορτηγάκια τίγκα από κόσμο, θα έχει μια μυρωδιά πετρελαίου τόσο έντονη που δεν την έχεις ξαναμυρίσει και ξεχαρβαλωμένους αρχαίους πίνακες της εκεί «ΔΕΗ» παντού, θα έχει μπόνγκος και μαράκες και άλλα κρουστά που δεν ξέρεις πώς τα λένε, θα έχει διαφημίσεις για καζίνα, προσφορές για φθηνά πούρα και επίμονο πουσάρισμα για αγορασμένο έρωτα, θα έχει καρύδες για σνακ στο δρόμο ή τους δικούς τους λουκουμάδες που νομίζω τους λένε buñuelos και tostones – αφήνω την μνήμη να ρέει και δεν το ψάχνω περισσότερο, θα ‘χει ολόφρεσκο αστακό με βούτυρο αλλά θα το συνοδεύει αφρώδης οίνος εκ της Καμπανίας, θα έχει ωραίες μουσικές που δε θα τολμήσεις να χορέψεις ως αδαής κι ας χορεύει η ψυχούλα σου, θα έχει αγελάδες να ξεπετάγονται στην μέση της εθνικής οδού καθώς ταξιδεύεις από την Αβάνα προς το Τρινιδάδ, θα έχει παιδιά που παίζουν κουτσό στον δρόμο, θα έχει σχολικές γιορτές με παιδικές χορωδίες που πέτυχες τυχαία στο δρόμο, θα έχει ουρά για να ψωνίσεις με το δελτίο και τον κόσμο να συρρέει προς την αυλή του Πανεπιστημίου όπου μιλούσε ο Τζίμυ Κάρτερ, πρώην Πρόεδρος των ΗΠΑ που επισκεπτόταν τυχαία τότε την Αβάνα και τον Κάστρο να του απευθύνεται και να τον ακούς από ηχεία παντού…
Μνήμες, πόσες μνήμες… καλά πάει πάντως…
Διάλεξα λίγες φωτογραφίες – που σκάναρα γιατί τότε φωτογράφιζα με φιλμ και τύπωνα και ξανατύπωνα – κι άφησα την μνήμη να κυλήσει, χωρίς τοπωνύμια, λεπτομέρειες, ιστορικές αναφορές, ταξιδιωτικές οδηγίες, χωρίς ανάλυση της αίσθησης του μαρασμού να συνυπάρχει με την προοπτική, χωρίς πολιτική σκέψη και απόψεις περί διπλωματίας, χωρίς τη γαστρεντερίτιδα που σε ταλαιπώρησε στην επιστροφή γιατί ξεχάστηκες κι έφαγες κάτι που δεν έπρεπε και που λαχτάρησες. Είναι ένα άρθρο που δεν συναγωνίζεται ούτε τους οδηγούς «lonely planet» ούτε τις αποτυπώσεις της αγαπημένης μου Μάγιας Τσόκλη από τα ταξίδια της που λατρεύω. Είναι ένα σημείωμα, έτσι σαν υστερόγραφο σε ένα ταξίδι αγαπημένο μου πολύ και ξεχωριστό μέσα μου για λόγους προσωπικούς που γράφτηκε 19 χρόνια μετά – πάλι καλά να λες.
Κλείνω την αφήγηση με μια παράφραση – το γράφω με γλύκα και σεβασμό στον δημιουργό του – ενός τραγουδιού του σπουδαίου Οδυσσέα Ιωάννου***:
“Ξανά, θα ταξιδέψουμε ξανά μέσα σε χρόνια ανοιχτά”. Είναι στην πραγματικότητα ευχή – και προσευχή μαζί και ως γνωστόν, πάντα σκέφτομαι, εκφράζομαι και ονειρεύομαι με τραγούδια. Κι αν έβαζα τραγούδι να συνοδεύει το κείμενο θα ‘ταν το “Me llaman calle” – δηλ. “με λένε δρόμο” -του Μάνου Τσάο. Έχει το σωστό μήνυμα, στη σωστή γλώσσα και τον σωστό ρυθμό.
Hasta la victoria siempre, φίλοι.
Θα ταξιδέψουμε ξανά.
*από το τραγούδι “Havana” της Camila Cabello
**τα paladars είναι εστιατόρια που μαγειρεύουν αποκλειστικά Κουβανοί και συχνά είναι αυτοσχέδια, δηλαδή στήνονται σε αυλές σπιτιών ακόμα ή και σε βεράντες και σου μαγειρεύουν για λίγα χρήματα με προϊόντα εποχής.
*** το τραγούδι είναι το “Πίσω μη μ’ αφήνεις” και ο στίχος λέει “ξανά, θα περπατήσουμε ξανά, μέσα από χρόνια ανοιχτά”. Πρώτη εκτέλεση Ρίτα Αντωνοπούλου σε μουσική του Θάνου Μικρούτσικου
All rights reserved 2021. Απαγορεύεται η αναδημοσίευση όλου του κειμένου ή τμήματος αυτού καθώς και η αναπαραγωγή των φωτογραφιών χωρίς αναφορά στην πηγή και το συντάκτη/φωτογράφο.