Aναδρομική έκθεση του Νίκου Σαχίνη (1924-1989) στην Art Appel Gallery
Η εικαστική γλώσσα που κάθε φορά επιλέγει είναι δυνατό να καθορίζεται από συγκυρίες στη ζωή του ή και από γενικότερες συνθήκες που έχουν επίδραση και στον ίδιο
H αναδρομική έκθεση του Νίκου Σαχίνη παρουσιάζεται στην Art Appel Gallery από τις 8 έως τις 26 Νοεμβρίου.
Καθώς στη Θεσσαλονίκη, εκείνα τα χρόνια δεν υπήρχε ούτε Σχολή Καλών Τεχνών, ούτε Αρχιτεκτονική, ο πρόωρος θάνατος του πατέρα του τον οδήγησε στην Νομική Σχολή του ΑΠΘ. Ουδέποτε όμως εγκατέλειψε το όνειρό του για σπουδές στην Τέχνη και την καλλιτεχνική δημιουργία.
Στα γυμνασιακά του χρόνια είχε δάσκαλο το ζωγράφο Πολύκλειτο Ρέγκο και αργότερα συνδέθηκε με το Νίκο Πεντζίκη, ο οποίος τον μύησε, από πολύ νωρίς στα ζητήματα της μοντέρνας τέχνης.
Άντλησε τις γνώσεις του για τη δύναμη του χρώματος και της ύλης από τις εικαστικές κατακτήσεις των ζωγράφων του εικοστού αιώνα. Δεν δίστασε να χρησιμοποιήσει στο λεξιλόγιο και στο εικαστικό συντακτικό του τις προστιθέμενες πλαστικές αξίες που είχαν τότε καθιερωθεί μαζί με το χρώμα και το σχέδιο πχ τις διάφορες ύλες που μπορούν να ενσωματώνονται στη σύνθεση.
Η εικαστική γλώσσα που κάθε φορά επιλέγει είναι δυνατό να καθορίζεται από συγκυρίες στη ζωή του ή και από γενικότερες συνθήκες που έχουν επίδραση και στον ίδιο. Πχ η επίσκεψή του στο Άγιο Όρος το 1961 γέννησε μέσα του μία ιδιαίτερη συγκίνηση την οποία μετουσίωσε σε μία σειρά αφηρημένων έργων που εκτέθηκαν το1964 στη Ρουέν και στο Παρίσι μετά από πρόσκληση του Αντρέ Μαλρώ.
Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας στη Ελλάδα δημιούργησε μία σειρά έργων που εξέφραζαν πλήρως τα αισθήματα φόβου και καταπίεσης που γέμιζαν την Ελληνική κοινωνία. Τα έργα αυτά έγιναν με μία τεχνική που συνδύαζε το σχέδιο, τη φωτογραφία του, την εκτύπωσή του σε μεγάλες διαστάσεις, τη χρήση του χρώματος και του κολάζ που ήταν ο καταλύτης για τη μορφή της τελικής σύνθεσης.
Το 1970 εκλέχθηκε Καθηγητής στην Έδρα του Ελευθέρου Σχεδίου του Τμήματος Αρχιτεκτόνων του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης. Το 1970 εκλήθη να συμμετάσχει στην Μπιενάλε της Βενετίας, πράγμα που αρνήθηκε γιατί αδυνατούσε να αντιπροσωπεύσει μία χώρα υπό καθεστώς δικτατορίας.
Τη δεκαετία του 1980 ταξίδεψε κατά τη διάρκεια της εκπαιδευτικής του άδειας, αποθησαυρίζοντας τις μεταμορφώσεις της μοντέρνας τέχνης και μεταφέροντάς τες στη διδασκαλία του. Το 1989 μετά από αλλεπάλληλα εγκεφαλικά επεισόδια πεθαίνει. Την τελευταία εβδομάδα της ζωής του ήταν όρθιος εμπρός στο καβαλέτο προσπαθώντας να αντλήσει τις αναλαμπές της ζωής του από την Τέχνη.