Είδαμε: Λ. Νικολακοπούλου- Τ. Τσανακλίδου στο Βεάκειο | “Μακάριοι όσοι το φως μετάλαβαν”
Λίνα και Τάνια, αγκαλιασμένες σε ένα ξύλινο πάλκο, με τις σκιές τους να γίνονται το σύνορο της πραγματικότητας. Το Βεάκειο Θέατρο φιλοξενεί για ένα βράδυ τις ιδέες που φέρουν οι οντότητές τους- το έκαναν ήδη κι άλλοι “τυχεροί” χώροι πριν από αυτόν, αυτό το καλοκαίρι. Το φως που τις λούζει δημιουργεί τη σκιά τους άρα ναι, υπάρχουν, σε αυτό τον κόσμο που οι ιδέες αναφλέγονται, αλλά δεν πεθαίνουν.
40 καλοκαίρια και χειμώνες η καθεμία χωριστά μετράει τις ανεμώνες που φέρουν το πνεύμα, το βάθος, την ψυχή μιας τέχνης που χωρίς παρελθοντολαγνεία κουβαλά στο κύτταρό της κάθε νέο παρόν.
Φέτος μαζί, παίζουν με το χρόνο, όχι για να σου θυμίσουν το έργο της Νικολακοπούλου, αλλά για να σε φέρουν αντιμέτωπο με τη διαχρονική του αλήθεια και να αποδείξουν πως η ουσιαστική τέχνη είναι ανωτέρα ακόμη και των δημιουργών της. Η Τάνια τραγουδάει τη Λίνα, αναπαριστώντας τα σχήματα των αστεριών της. Δεν τραγουδά μόνο τα τραγούδια που έχει ερμηνεύσει εκείνη, τα τραγουδάει όλα. Και αυτό είναι αληθινά σπουδαίο. Δεν παριστάνει την εικόνα της Τάνιας όπως είναι εγκατεστημένη στη συλλογική μας συνείδηση. Είναι η Τάνια του παρόντος της, των 60 χρόνων της που σου λέει τις ιστορίες διαφορετικά. Τονίζει τις λέξεις με μια άρθρωση που προδίδει την αξία των φθόγγων της στο σήμερα και αυτό την καθιστά ακόμη πιο σπουδαία.
Βαθιά. Εάν ένα επίθετο θα μπορούσε να αποδώσει μονολεκτικά τη σύνδεση αυτών των δύο γυναικών με την τέχνη τους, θα ήταν το «βαθιά». Βαθιά ματιά, βαθιά ψυχή, βαθιά αλήθεια, βαθιά πληγή, βαθιά σωτηρία.
Και με μια διάθεση άλλου γένους και αριθμού: βαθιά νερά.
Σε αυτά κολύμπα -ξανά- η Τσανακλίδου και αναμετριέται με τον ίδιο της τον εαυτό. Πιάνει το αλφαβητάρι της, το διαβάζει από την αρχή και σου μαθαίνει να γράφεις τις λέξεις που ήδη ξέρεις, μεταποιώντας το σύστημα τονισμού έτσι ώστε να χωράει κάθε αφώτιστη λήγουσα, κάθε αδικημένη προπαραλήγουσα που ήρθε η ώρα της να βγει μπροστά. Κι έτσι κυλούν οι δύο ώρες, κάνοντας μια συγκινητική ενδοσκόπηση πάνω στη σκηνή, που μεταφέρεται σε κάθε κάθισμα και γίνεται η πραγματικότητά σου.
Κανένα τραγούδι δεν παραβγαίνει το άλλο, καμία στιγμή δεν περισσεύει. Σε αυτή την παράσταση όλα έχουν λόγο, αιτία και αφορμή.
Αυτή την αφορμή, που ακόμη και νεκροί θα αγαπάμε, παρέα με τα όχι, τα ίσως τα ναι και τα μη.
“Τα σπίτια μαραίνονται κι αυτά με τα χρόνια, σαν τα λουλούδια” και η φωνή της Λίνας ηχεί με δέος σε ένα από τα σπάνια ποιήματά της που έχουν δει το φως. Ως ποιήτρια, όμως, ανεβαίνει στη σκηνή και ερμηνεύει, με την γλυκιά αυθεντικότητα των δημιουργών, μαζί με την Τσανακλίδου. Η βραχνή φωνή της γίνεται μέρος του σκηνικού και ο δημιουργός συναντάει το δημιούργημα μέσα από μια πράξη υπόκλισης προς το μεγαλείο της ίδιας της τέχνης.
Κι έτσι, το σπουδαίο έργο της γίνεται κτήμα κοινό ανάμεσα στη μούσα που επέλεξε να το διαλαλίσει, την ίδια και τον κόσμο που με μια μορφή κοινωνίας, ευλογάται από την ουσία των λόγων της.
Καληνύχτα μη φοβάσαι έχει αστέρια ο ουρανός
πάντα εσύ στο τέλος θα ‘σαι ο από μηχανής θεός.
All rights reserved 2021. Απαγορεύεται η αναδημοσίευση όλου του κειμένου ή τμήματος αυτού καθώς και η αναπαραγωγή των φωτογραφιών χωρίς αναφορά στην πηγή και το συντάκτη/φωτογράφο.